WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
dirty hands npl figurative (guilt) (ενοχή, μεταφορικά)βρόμικα χέρια ουσ ουδ πλ
 Walters accused the politician of having dirty hands because of his involvement in a financial scandal.
dirty hands npl (hands which are not clean)βρόμικα χέρια επίθ + ουσ ουδ πλ
  (αποδοκιμασίας)βρομόχερα ουσ ουδ πλ
 Deborah told the children to wash their dirty hands before sitting down for dinner.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση dirty hands στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «dirty hands».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!